μανικετόκουμπο

μανικετόκουμπο
το
το κουμπί που κουμπώνει τα μανικέτια του πουκάμισου.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • μανικετόκουμπο — το κουμπί ραμμένο ή κινητό που χρησιμοποιείται στα μανίκια υποκαμίσων. [ΕΤΥΜΟΛ. < μανικέτι + κουμπί] …   Dictionary of Greek

  • μανικέτι — το 1. η άκρη μακριού μανικιού υποκαμίσου που κουμπώνει στον καρπό, η περιχειρίδα, η μανσέτα 2. μανικετόκουμπο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. manichetto] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”